Archive for Νοέμβριος 2021

Κυριακή ΙΓ΄ Λουκά (Λουκ. 18,18-27)

27 Νοεμβρίου, 2021

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, ἄνθρωπος τίς προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων·

18. διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;

19. εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός.

20. τὰς ἐντολὰς οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου.

21. ὁ δὲ εἶπε· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου.

22. ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι.

23. ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα.

24. ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ

25. εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ῥαφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν.

26. εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· καὶ τίς δύναται σωθῆναι;

27. ὁ δὲ εἶπε· τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν.

Ὁμιλία, σὺν Θεῷ ἁγίῳ, στὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς ΙΓ´ Κυριακῆς τοῦ Λουκᾶ (Λουκ. 18, 18-27)

27 Νοεμβρίου, 2021

Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ

«διδάσκαλε, τί ποιήσας, ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;»

Ἡ σύντομη εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ μόλις ἀκούσαμε, ἀγαπητοί μου ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, περιέχει ὑψηλὴ ἠθικὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν εὐαγγγελικὴ τελειότητα.

Πρὶν ὅμως ἐντρυφήσουμε σ᾿ αὐτήν, εἶναι χρήσιμο νὰ ἀνατρέξουμε στὴν ἀμέσως προηγούμενη συνάφεια τῆς περικοπῆς αὐτῆς, γιὰ νὰ διαπιστώσουμε ὅτι ὁ Κύριος μᾶς ὁδηγεῖ στὴν τελειότητα αὐτὴ κλιμακωτά, σταδιακά.

Πρῶτα λοιπὸν ὁ Χριστός μας ἀναφέρθηκε παραβολικὰ στὴν ἀνάγκη τῆς ἀδιάλειπτης καὶ μὲ ἐλπίδα προσευχῆς, ἀφορμώμενος ἀπὸ τὸ παράδειγμα τῆς ἀδικουμένης χήρας, ποὺ μὲ τὴν ἐν πίστει ἐπιμονή της πέτυχε τὴ δικαίωσή της ἀπὸ τὸν κριτὴ τῆς ἀδικίας.

Ἀμέσως μετά, ἐξεφώνησε τὴν περίφημη παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, γιὰ νὰ ὑπογραμμίσει ὅτι ἡ προσευχή μας εἰσακούεται ἐὰν καὶ ἐφόσον ἔχουμε ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας, ἑπομένως ταπείνωση καὶ μετάνοια, καὶ δέν κρίνουμε τὸν πλησίον. Ὅταν δηλαδὴ ἐγκολπωθοῦμε τὴν πνευματικὴ κατάσταση, ποὺ οἱ ἅγιοι Πατέρες χαρακτηρίζουν ὡς τελωνικὸν ἦθος.

Στὴ συνέχεια, μὲ ἀφορμὴ τὴν εὐλογία κάποιων ἀθώων βρεφῶν, ὁ Κύριος τόνισε τὴ σημασία τῆς ἀπόκτησης τῆς πνευματικῆς νηπιότητας, τὸ νὰ καταστοῦμε δηλαδὴ σταδιακὰ μὲ τὸν πνευματικό μας ἀγῶνα, τέλειοι μὲν στὸν νοῦ  —στὴ διάκριση δηλαδὴ τοῦ καλοῦ καὶ κακοῦ—, ἀλλὰ νήπιοι ἐν Χριστῷ στὴν καρδία, δηλαδὴ ἄκακοι καὶ ἀπόνηροι καὶ ἁγνοί, ὅπως τὰ ἄκακα βρέφη.

Τέλος, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἐρώτηση ἑνὸς Ἰουδαίου ἄρχοντα, γιὰ τὸ πῶς νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια ζωή, ἀνέπτυξε ὁ Χριστός μας τὴν περὶ τελειότητος διδασκαλία, ποὺ περιέχει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή.

Κατ᾿ ἀρχήν, ἐπειδὴ ὁ ἄρχοντας αὐτὸς προσῆλθε στὸν Κύριο, ὄχι ὡς πρὸς τὸν σεσαρκωμένο Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾿ ὡς πρὸς ἕνα ὑπέροχο ἄνθρωπο καὶ διδάσκαλο, ζητώντας μάλιστα νὰ τὸν δοκιμάσει μὲ τὴν ἐρώτησή του, ὁ Χριστός μας τοῦ εἶπε: «Γιατί μὲ ἀποκαλεῖς ἀγαθόν; Ἀληθινὰ καὶ καθ᾿ ὁλοκληρίαν ἀγαθὸς εἶναι μόνο ἕνας, ὁ Θεός».

Ἀλλά, γιὰ νὰ μὴν τὸν ἀπογοητεύσει, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι τηρεῖ τὸν Νόμο, ὡς δοτήρας τοῦ Νόμου —τὸν ὁποῖο δέν ἦλθε νὰ καταργήσει, ἀλλὰ νὰ τὸν ἀναγάγει σὲ ὕψιστη τελειότητα—, ὁ Ἰησοῦς μας παραπέμπει τὸν ἄρχοντα στὶς ἐντολὲς τοῦ Νόμου, τοῦ Μωσαϊκοῦ Δεκαλόγου. Ἡ τήρηση τῶν θεϊκῶν ἐντολῶν, ἀδελφοί μου, ἀποτελεῖ ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ τὴ σωτηρία μας, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς αἰώνιας ζωῆς. «Εἰ θέλῃς εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωήν», θὰ πεῖ κάπου ἀλλοῦ ὁ Κύριος, «τήρησον τὰς ἐντολάς».

Ἀκούγοντας ὅμως τὴν ἀπάντηση τοῦ Δεσπότου ὁ ἄρχοντας, δὲν ἔμεινε εὐχαριστημένος. Κάτι ἄλλο, φαίνεται, ἀνέμενε ἀπὸ τὸν θαυμαστὸ ἐκεῖνο Διδά-σκαλο καὶ θαυματουργὸ ἰατρό. Διότι, ὅπως δήλωσε, ἀπὸ μικρὸς εἶχε ἐφαρμόσει τὶς ἐντολὲς ποὺ τοῦ ὑπέδειξε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ καρδιογνώστης Χριστός, γνωρίζοντας τὴν πνευματική του κατάσταση καὶ θέλοντας νὰ τὸν ἀνεβάσει σ᾿ ἕνα ὑψηλότερο πνευματικὸ ἐπίπεδο, ἀναδεικνύει τὴν εὐαγγελικὴ τελειότητα, λέγοντάς του:

«Ἕνα σοῦ λείπει ἀκόμη. Ἐὰν θέλεις πράγματι νὰ φθάσεις στὴν τελειότητα (ὅπως γράφει στὴν ἀντίστοιχη περικοπὴ ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος), ὅσα ἔχεις πώλησέ τα καὶ μοίρασέ τα στοὺς φτωχούς, γιὰ νὰ ἀποκτήσεις ἔτσι θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς, καὶ τότε, ἔλα, γίνε πιστὸς ἀκόλουθός μου».  Ἀλλά, σὰν ἄκουσε αὐτὰ ὁ νέος ἐκεῖνος, λυπήθηκε κατάβαθα, γιατὶ ἦταν πάρα πολὺ πλούσιος! Μὲ τὸν τρόπο τοῦτο ὁ Χριστός μας τὸν ‘‘ἀποκάλυψε’’, δηλαδὴ ἔκανε νὰ φανερωθεῖ ξεκάθαρα πὼς ὁ πόθος του γιὰ μία ἀνώτερη πνευματικὰ ζωὴ δὲν ἦταν αὐθεντικός.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ στὴ συνέχεια ὁ Κύριός μας ἐπεσήμανε πὼς εἶναι δυσκολώτερο οἱ πλούσιοι νὰ εἰσέλθουν στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Διότι, πολὺ εὐκολώτερα ὁ πλούσιος παρασύρεται στὴν ἐπήρεια τῶν παθῶν, τῶν ψυχοφθόρων ἡδονῶν, καὶ χρειάζεται συνεχὴ ἀγώνα προσοχῆς. Ἐδῶ νὰ τονίσουμε πὼς δὲν εἶναι καθεαυτὸ κακὸς ὁ πλοῦτος, ἀλλ᾿ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ χρήση του ποὺ κάνουμε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ κάπου ἀλλοῦ τονίζει ὁ Χριστός:

«Πόσο δύσκολο εἶναι νὰ σωθοῦν οἱ πεποιθότες ἐπὶ τοῖς χρήμασι», αὐτοὶ δηλαδὴ ποὺ εἶναι προσκολλημένοι στὸν ὑλικὸ πλοῦτο καὶ ἔχουν ἐκεῖ ἐναποθέσει τὶς ἐλπίδες τους. Καὶ γιὰ τοῦτο, συνεχίζει ὁ Κύριος, πὼς εἶναι εὐκολώτερο νὰ περάσει τὸ χονδρὸ καραβόσχοινο (αὐτὸ ἐννοεῖ ἡ λέξη κάμηλος, γιατὶ τὸ σχοινὶ τοῦτο γινόταν μὲ τρίχες καμήλου, ποὺ εἶναι ἀνθεκτικὲς) ἀπὸ τὴν τρύπα τῆς βελόνας, παρὰ ὁ πλούσιος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Ἀλλ᾿ ὅμως, θὰ καταλήξει ὁ Κύριος, δέν εἶναι τίποτα ἀδύνατο στὸν Θεό. Φθάνει νὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος τὴν καλὴ προαίρεση. Γιατὶ ἀσφαλῶς καὶ πολλοὶ πλούσιοι καὶ ἄρχοντες καὶ βασιλεῖς καὶ σώθηκαν καὶ ἁγίασαν, ὅπως καὶ πολλοὶ πτωχοὶ πῆγαν στὴν κόλαση. Ὁ πλούσιος θὰ σωθεῖ μὲ τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν εὐσπλαγχνία στοὺς ἐμπερίστατους ἀδελφούς του, ἐνῶ ὁ πτωχὸς μὲ τὴν ὑπομονὴ ποὺ θὰ δείξει στὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς καὶ τὴν εὐχαριστία στὸν Πάνσοφο Θεό.

Πρέπει ἐδῶ, ἀδελφοί μου, νὰ διακρίνουμε δύο γενικὰ ἐπίπεδα πνευματικῆς ζωῆς, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ πρῶτο, ποὺ ἀπαιτεῖ ἀπ᾿ ὅλους ὁ Κύριος, εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν. Ζώντας ὁ κάθε πιστὸς μία ἐνσυνείδητη ἐν Χριστῷ μυστηριακὴ ζωὴ μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ τηρώντας τὶς θεῖες ἐντολές, σώζεται.

Ἀλλὰ ἡ τελειότητα, ἡ πλήρης ἀφοσίωση στὸν Θεὸ καὶ ἀπάρνηση τῶν ἐγκοσμίων, εἶναι ἄλλο πρᾶγμα. Δὲν τὴν ἀπαιτεῖ ὅμως ὁ Κύριος, ποὺ γνωρίζει τὴν ἀνθρώπινη ἀσθένεια. Μόνο ἐὰν ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ἑκουσίως τὴν ἐπιζητήσει, τὴν προτείνει καὶ ἀπαιτεῖ ὁ Θεός, ὅπως ἔγινε καὶ μὲ τὸν πλούσιο τῆς περικοπῆς μας. Κι αὐτὸ κάνουν οἱ μοναχοί, ποὺ οἰκειοθελῶς ἀπαρνοῦνται τὸν κόσμο καὶ τὰ ἐν κόσμῳ. Τὸ σημαντικὸ ἐν προκειμένῳ γιὰ ὅλους μας εἶναι ἡ συναίσθηση ποὺ πρέπει νὰ μᾶς κατέχει γιὰ τὴν πραγματικότητα τῆς πρόσκαιρης αὐτῆς ζωῆς, ὅ,τι κι ἂν εἴμαστε:

Ὅτι δηλαδὴ «τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου παράγει»! Φεύγουμε, δὲν θὰ μείνουμε αἰώνια ἐδῶ. Κι αὐτὸ τὸ φρόνημα θὰ ρυθμίζει τὴν ὅλη ζωή μας.

Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἔχει διαχρονικὴ ἀξία, εἶναι πάντα ἐπίκαιρος. Καὶ τὸ θέμα τοῦ πλούτου καὶ τῆς πτωχείας καὶ τῆς ὀρθῆς ἐκ μέρους μας διαχείρισής τους εἶναι κατεξοχὴν ἐπίκαιρο στὶς μέρες μας, μέρες ποικίλων κρίσεων: Οἰκονομικῶν, κοινωνικῶν, ἐθνικῶν. Μὰ πρέπει νὰ τονίσουμε πὼς οἱ κρίσεις αὐτὲς εἶναι ἀπότοκο τῆς μακρᾶς πνευματικῆς μας κρίσης.

Ὡς πιστοὶ χριστιανοί, πιστεύουμε στὸν Θεό, ὄχι μόνο ὡς Δημιουργό, ἀλλὰ καὶ ὡς Προνοητή, ὡς Πατέρα. Τύχη δὲν ὑπάρχει. Ὑπάρχει πνευματικὸς νόμος. Κι ἐπειδή, ἀδελφοί μου, ὅλοι μας, μικροὶ καὶ μεγάλοι, παλαιότεροι καὶ νεώτεροι, «ἡμάρτομεν, ἠνομήσαμεν, ἠδικήσαμεν», παραβήκαμε ὁ καθένας στὸ μέτρο του τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ Τὸν λυπήσαμε, ἐπέτρεψε ἡ ἀγάπη Του τούτη τὴν πολυποίκιλη κρίση γιὰ τὸ καλό, τὴ σωτηρία μας.

Τὸ αἰτούμενο: Ἡ μετάνοια, ἡ διόρθωσή μας, ἡ ἀλλαγὴ τρόπου ζωῆς καὶ φρονήματος, ὡς προσώπων, ὡς κοινωνίας, ὡς ἔθνους.

Ποτὲ λοιπὸν νὰ μὴν ἀπελπιζόμαστε, ἀλλὰ νὰ εὐελπιστοῦμε στὸ ἔλεος τοῦ Πολυέλεου Θεοῦ. Γιατί, ἐὰν ζοῦμε μὲ μετάνοια, ταπείνωση, μάλιστα μὲ ἀγάπη, τὴ διπλῆ ἀγάπη, στὸν Θεὸ καὶ τὸν κάθε συνάνθρωπό μας, μὲ ἐλεήμονα διάθεση, μὲ προσευχὴ καὶ Μυστηριακὴ ζωή, νὰ εἴμαστε βέβαιοι πὼς καὶ ἡ κρίση τούτη καὶ ὅποιες ἄλλες κρίσεις θὰ παρέλθουν.

Καὶ ὁ Κύριος θὰ εὐλογήσει καὶ τὴν πρόσκαιρη ζωή μας, καὶ θὰ μᾶς ἀξιώσει ἐκείνης τῆς ἀνέκφραστης χαρᾶς τῆς αἰώνιας ζωῆς, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας μας καὶ ὅλων τῶν ἁγίων. Ἀμήν!

Μεσα σου να σκαβεις (Χ.Λάσκαρης)

27 Νοεμβρίου, 2021

Αγια μεγαλομαρτυς Αικατερινα (εγκαυστικη εικονα του ζωγραφου Α.Φωκα)

25 Νοεμβρίου, 2021

Ἃγιος Ἰὰκωβος (Τσαλὶκης)

22 Νοεμβρίου, 2021

Λόγος στὴ ἑορτὴ τῆς Ὑπεραγίας Δέσποινάς μας Θεοτόκου ὅταν ὁδηγήθηκε ἀπὸ τοὺς γονεῖς της στὸν Ναὸ

20 Νοεμβρίου, 2021

Θεοφυλάκτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀχρίδος

Panagia-Kyria-ton-Aggelon-834x1024[1]

… Στὸν ναὸ προσφέρουν στὸν Δεσπότη ἀφιέρωμα ζωντανὸ ποὺ κινεῖται καὶ στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ προστίθεται ὡραιότητα καὶ ὁ τόπος τοῦ ναοῦ κληρώνεται σὰν κατοικητήριο τῆς δόξας —πράγμα ποὺ καὶ ὁ Δαβὶδ παραδέχεται ὅτι ἐπιθυμεῖ, ἀλλὰ δὲν ἀξιώνεται νὰ τὸ δεῖ μὲ τὰ μάτια του. Καὶ ξεχνᾶ ἡ παιδούλα τὸ πατρικό της σπίτι καὶ ὁδηγεῖται στὸν βασιλιά, ποὺ ἐπιθύμησε τὸ κάλλος της.

Ὁδηγεῖται μὲ τὴ θέλησή της, μὲ τιμὲς καὶ δόξα, μὲ λαμπρὴ πομπὴ βγαίνει ἀπὸ τὸ σπίτι της, ἐνῶ ὅλοι χειροκροτοῦν ἐγκωμιαστικὰ τὴν ἔξοδο. Συνοδεύουν τοὺς γονεῖς της ὅλοι οἱ συγγενεῖς, οἱ γείτονες, οἱ φίλοι. Οἱ πατέρες συνοδεύουν χαρούμενα τὸν πατέρα κι οἱ μητέρες τὴ μητέρα, οἱ κοπέλλες καὶ οἱ νεαρὲς κρατώντας λαμπάδες συμπορεύονται μὲ τὴν κόρη τοῦ Θεοῦ σὰν ἕνας κύκλος ἀστεριῶν φωτεινῶν γύρω ἀπὸ τὴ σελήνη κι ὅλη ἡ Ἱερουσαλὴμ μαθαίνει τὸ γεγονὸς καὶ παρακολουθεῖ τὴν πρωτοφανῆ αὐτὴ πομπή, δηλαδὴ ἕνα κοριτσάκι τριῶν ἐτῶν νὰ περιστοιχίζεται μὲ τόση δόξα, νὰ τιμᾶται μὲ τόση λαμπαδηφορία.

Ὅταν ἔφτασαν στὸν ναό, τοὺς περίμενε καὶ τοὺς χαιρετοῦσε μὲ ψαλμωδίες ὅλη ἡ ἱερατικὴ τάξη καὶ ὁ ἴδιος ὁ ἀρχιερέας συγκινοῦνταν ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτὸ καὶ μάλιστα περισσότερο ἀπὸ ὅλους, ἐπειδὴ ἦταν θεόπνευστος.

Οἱ γονεῖς ὁδηγοῦν σ’ αὐτὸν τὴν κόρη, ποὺ τὴν ἐμπιστεύονται καὶ διηγοῦνται τὰ σχετικὰ μὲ τὴ στείρωση τῆς Ἄννας καὶ τὴν ὑπόσχεση ποὺ ἔλαβαν σ’ αὐτὸ τὸ θέμα καὶ γενικὰ παραδέχονται πὼς ὑπερβαίνει τὶς δυνάμεις τους ἡ ἀνατροφὴ τῆς κόρης.

Ἐπειδὴ ἦταν πολὺ ἀγαπητὴ ἀπὸ τὸν Θεό, ἔπρεπε καὶ ἡ ἀνατροφή της νὰ εἶναι ἀνάλογη, ὥστε ἕνα μαργαριτάρι τόσο λαμπρὸ καὶ σπάνιο νὰ μὴ ραφτεῖ πάνω σ’ ἕνα φτηνὸ καὶ τιποτένιο ὕφασμα, ἀλλὰ σ’ ἕνα βασιλικὸ ἔνδυμα, γιὰ νὰ τὸ στολίσει καὶ νὰ τὸ ἀναδείξει πάρα πολύ.

Ὁ ἀρχιερέας ἐκείνη τὴ στιγμὴ μᾶλλον ἔπεσε σὲ ἔκσταση, καταλείφθηκε ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ διέγνωσε ὅτι ἡ κόρη εἶναι πραγματικὰ κατοικητήριο Θείας Χάρης καὶ ὅτι εἶναι αὐτὴ περισσότερο ἄξια ἀπ’ αὐτὸν νὰ ἐμφανίζεται συνεχῶς ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ.

Ταιρίαζε αὐτὸ ποὺ εἰπώθηκε καὶ εἶχε βαθὺ νόημα στὸν νόμο γιὰ τὴν κιβωτό, ὅτι θὰ κατοικήσει στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, γιατί αὐτὸ ἀκριβῶς ἀναφέρεται ὁλοφάνερα σ’ αὐτὴν τὴν κόρη. Ὁ ἀρχιερέας χωρὶς ἐνδοιασμοὺς καὶ χωρὶς φόβο τολμᾶ κάτι δίκαιο, ποὺ ξεπερνᾶ τὸν νόμο, μᾶλλον ξεπερνᾶ τὸν ἀνθρώπινο νόμο καθὼς καὶ τὴν ἀσάφεια τοῦ γράμματος τοῦ νόμου, γιατί ἀκολουθεῖ τὸ ἅγιο Πνεῦμα καὶ ὁδηγεῖ καὶ ἀποθέτει στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων αὐτὸ τὸ ἀφιέρωμα.

Δέχεται ὁ τόπος αὐτὸς τὴν κόρη, αὐτὸς ποὺ κανεὶς ἄλλος ἄνθρωπος δὲν τὸν εἶδε, ποὺ δὲν τὸν πατοῦν οὔτε οἱ ἱερεῖς οὔτε ὁ ἴδιος ὁ ἀρχιερέας, παρὰ μία μόνο φορά τὸ χρόνο. Ἔπρεπε βέβαια νὰ μὴν ὑπακούει δουλικὰ στὴ σπουδαιότητα τοῦ νόμου, αὐτὴ ποὺ ἁγιάσθηκε μὲ τὴν καθαρότητά της περισσότερο ἀπὸ ὁλόκληρη τὴ φύση καὶ δικαιώθηκε ἀπὸ τότε ποὺ ἦταν στὴ μήτρα τῆς μητέρας της, ἑνὸς νόμου ποὺ δὲν θεσπίστηκε γιὰ τοὺς δίκαιους, ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἁμαρτωλούς.

Ὁ νόμος καθιερώθηκε γιὰ τὶς παραβάσεις καὶ θεωρήθηκε παιδαγωγὸς γιὰ κείνους ποὺ χρειαζόταν διαπαιδαγώγηση. Σ’ αὐτὴν ποὺ ξεπερνοῦσε τοὺς ἀγγέλους ὄχι ὁ νόμος, ἀλλὰ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐκτελοῦσε τὰ τέλεια. Φανερώνει ὁ Θεὸς ὅτι ἀρέσει αὐτὰ τὰ ὅποια συνέβησαν, γιατί χρησιμοποιεῖ σὰν διάκονό της ἄγγελο γιὰ νὰ ἀναθρέψει τὴν ἀφιερωμένη καὶ τρέφει μὲ παράδοξο τρόπο αὐτὴν ποὺ θὰ τὸν γεννήσει καὶ θὰ τὸν ἀναθρέψει, ὥστε κανένα χαρακτηριστικό της νὰ μὴ φαίνεται ὅτι εἶναι ἀνθρώπινο, ἀλλὰ ὅλα νὰ φαίνονται ὅτι εἶναι θεϊκά.

Αὐτὴ εἶναι ἡ σημερινή μας πανήγυρη, αὐτὸ τὸ γεγονὸς γιορτάζουμε σήμερα, τὴν προσαγωγὴ τῆς κόρης στὸν ναὸ καὶ τὴν εἰσαγωγή της στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων. Τί παράξενο γεγονός, τί παράξενο πράγμα ἀκοῦμε! Ἕνα μικρὸ κορίτσι νὰ ζεῖ στὰ ἄδυτα καὶ ἀθέατα τοῦ Θεοῦ.

Ἀκόμη κι ἂν μόνο πατοῦσε στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ, αὐτὸ θὰ ἔδειχνε ξεκάθαρα τὴν οἰκειότητα ποὺ θὰ εἶχε μὲ τὸν Δεσπότη, ἀφοῦ βέβαια αὐτὸ πού λέεε, «νὰ πατάει κανεὶς τὴν αὐλή μου δὲν τὸ ἐπιτρέπω», ὁρίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔρχονται σὲ ρήξη μαζί Του. Ἀκόμη κι ἂν ἔβλεπε μόνο τὰ Ἅγια τοῦ ναοῦ, κι αὐτὸ θὰ ἦταν μεγάλη ἀπόδειξη παρρησίας πρὸς τὸν Θεό.

Ἀκόμη κι ἂν μία φορὰ τὸν χρόνο ἔμπαινε στὰ Ἅγια τοῦ ναοῦ, κι αὐτὸ θὰ ξεπερνοῦσε πάρα πολὺ τὴν ταπεινὴ θέση τῆς γυναίκας.

Τώρα ὅμως περνώντας τὴν αὐλή, διασχίζοντας τὸ δεύτερο χώρισμα καὶ φτάνοντας στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, ὁρίζεται νὰ μένει συνεχῶς μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ κι αὐτὸ εἶναι ἕνας ἀρραβώνας μεταξύ τῆς ἀνθρώπινης φύσης καὶ τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐμφανίζεται ἀργότερα. Δείχνει μ’ αὐτὴ της τὴν ἐνέργεια ἡ Θεοτόκος προφητικὰ σ’ ἐμᾶς καὶ ἀνοίγει τὸν δρόμο σ’ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος γιὰ τὴν ἄνοδο καὶ εἴσοδό του στὰ οὐράνια καὶ ἀληθινὰ Ἅγια τῶν ἁγίων καὶ ἔτσι μετὰ ἀπ’ αὐτὸ φαίνεται ὅτι καταργεῖ τὸν μωσαϊκὸ νόμο, ὁ ὁποῖος ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ μᾶς δικαιώσει καὶ νὰ μᾶς καθαρίσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, σχεδὸν μᾶς ἐμπόδιζε ὅλους νὰ μετέχουμε σὲ κάθε μορφὴ ἁγιότητας.

Ἐπρόκειτο βέβαια ὁ Χριστὸς μὲ τὴ Θεία Χάρη νὰ μᾶς δικαιώσει ὅλους καὶ «ἀφοῦ μὲ τὸν σταυρικὸ θάνατό του γκρέμισε ὅ,τι σὰν τοῖχος μᾶς χώριζε καὶ προκαλοῦσε ἔχθρα», ἄνοιξε γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους τὶς εἰσόδους, ποὺ ἦταν προηγουμένως ἄβατες, καὶ ἀφοῦ μᾶς ἁγίασε ὅλους καὶ μᾶς καθάρισε μὲ νερὸ καὶ ἅγιο Πνεῦμα, μᾶς δέχτηκε στὰ Ἅγια.

Γι’ αὐτὸ τώρα στὸν ναὸ ὑποδέχεται τὴν Παρθένο. Καὶ ὅσα συμβαίνουν τώρα στὴ Θεοτόκο, μοιάζουν σὰν νὰ μᾶς δίνει ὁ Θεὸς ἀξιόπιστα ἐνέχυρα γιὰ τὴ συμφιλίωση ἀργότερα ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπινου γένους μαζί του.

Μικρὸ παιδὶ ἀφιερώνεται ἐξαιτίας τῆς ἔλλειψης κακίας καὶ ἐξαιτίας τῆς εὐθύτητάς του· «Γιατί ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀνήκει σὲ ἀνθρώπους ποὺ εἶναι σὰν κι αὐτὰ» καὶ «Βοηθάει ὁ Κύριος τους ἀθώους καὶ βλέπει μὲ εὐμένεια τοὺς εὐθεῖς ἀνθρώπους».

Μιλᾶμε γιὰ γυναίκα, ποὺ ἐξαιτίας τῆς Εὔας προῆλθε ἡ ἁμαρτία, ὥστε «ἐκεῖ ὅπου πλεόνασε ἡ ἁμαρτία, ἐκεῖ θὰ ὑπερπερισσεύσει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ». Καὶ ἐνῶ ἡ γυναίκα διώχτηκε ἀπὸ τὸν παράδεισο, θὰ προηγηθεῖ τῆς φύσης της καὶ θὰ εἰσέλθει στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, θὰ εἶναι τριῶν ἐτῶν, γιατί ἔτσι συμβολίζεται ἡ ἁγία Τριάδα, αὐτὴ ποὺ αὐξάνει τὴν ἁγιότητα.

Τί σημαίνει ἡ πομπή: Εἶναι ἡ ἐλεύθερη διατύπωση τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἁπλώθηκε σ’ ὁλόκληρη τὴ γῆ καὶ δὲν περιορίσθηκε σ’ ἕνα τόπο σύμφωνα μὲ τὴ στενὴ ἀντίληψη τοῦ νόμου. Τί σημαίνει ἡ παρουσία νέων κοριτσιῶν; Ψυχὲς τοῦ «καινούργιου ζυμαριοῦ» τοῦ Θεοῦ, ποὺ συμπορεύονται μιμούμενες τὴν Παρθένο.

Μπορῶ νὰ διακρίνω κάποιον συμβολισμὸ στὶς λαμπάδες ποῦ κρατοῦν; Εἶναι τὸ φῶς τῆς ζωῆς, ποὺ λάμπει γιὰ νὰ δοξάζεται ὁ Θεός, εἶναι ὁ φωτισμὸς τῆς γνώσης, αὐτὸ ποὺ ἀνάβει καὶ κρατιέται ἀπὸ δυνατὰ χέρια, κι ὄχι σὰν νὰ τὸ κρατοῦν ἀποκαμωμένα χέρια καὶ ἐγκαταλελειμμένο ἀπὸ κάθε δύναμη, ὅπως λέει ὁ θεῖος Δαβίδ, ὅτι καὶ «τὸ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν κι αὐτὸ ἀκόμη σβήνει».

Γιατί τὸ ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἀποφύγει τὸν δόλο καὶ δὲν θὰ κατοικήσει σὲ σῶμα καταχρεωμένο μὲ πολλὲς ἁμαρτίες.

Ἐσὺ ἀκροατή, ποὺ σκανδαλίζεσαι ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἀκοῦς ἐξαιτίας τῆς προσωπικῆς σου τυφλώσεως, κρύψου στὴ σκιὰ καὶ μὴ σκέφτεσαι τίποτε περισσότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ξεπερνάει τὸ γράμμα τοῦ νόμου, ἀφοῦ εἶσαι «σκληροτράχηλος μὲ πωρωμένη τὴν καρδιὰ» καὶ κλεισμένα τὰ ἀφτιά, ποὺ πάντοτε ἀντιστέκεσαι στὸ ἅγιο Πνεῦμα.

Εἶναι δυνατὸν νὰ λέγεται ὅτι ὁ ἀρχιερέας παρανομεῖ τόσο φανερὰ καὶ ἐνεργεῖ τόσο ἐπικίνδυνα, ἂν δὲν εἶχε πεισθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ ὅτι ἔτσι πρέπει νὰ κάνει γι’ αὐτὸ τὸ κοριτσάκι; Πῶς θὰ εἰσήγαγε τὴν κόρη τόσο παράτολμα στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, ἂν δὲν συμβουλευόταν πιὸ σοφοὺς ἀπὸ σένα, ἀκροατή, ἂν δὲν εἶχε κάποιο σημάδι «ἀποκαλύψεως καὶ ἀλήθειας» στὸ στῆθος, πράγματα ποὺ τὸν κοσμοῦσαν πάντοτε καὶ ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἔπαιρνε πάντοτε τὴν ἄδεια γιὰ τὸ τί ἔπρεπε νὰ κάνει κάθε φορά; Ποιὸς ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς θὰ τὸν ἀνεχόταν νὰ παρανομεῖ σ’ αὐτὸ τὸ ζήτημα;

Πῶς δὲν θὰ ξεσήκωνε τὸν λαὸ αὐτὴ ἡ ἀσυνήθιστη ἐνέργειά του, ἀφοῦ σὲ ἄλλες περιστάσεις ἦταν πάντοτε ἀντιδραστικὸς καὶ πάντοτε καιροφυλακτοῦσε νὰ μὴ γίνουν ἀσυνήθιστα πράγματα; Ὅμως τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε ἰσχυρότερο κι ὅσα ἐπικύρωσε ὁ ἅγιος Θεὸς κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ἀπορρίψει καὶ μὲ τὰ μυστικὰ χαλινάρια τῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ τὰ στόματα ὅλων ἐλέγχονταν καὶ καθοδηγοῦνταν καὶ ἔτσι ὅλοι ἐπαινοῦσαν καὶ ἔλεγαν ὅτι αὐτὰ συμβαίνουν πέρα ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη λογική.

Δὲν συμφωνεῖς μ’ αὐτὰ ὅτι εἶναι ἀληθινά, οὔτε πιστεύεις στὸν Θεό; Κοινὴ μὲ τοὺς προγόνους σου εἶναι αὐτὴ ἡ συμπεριφορά σου καὶ πατρογονικὸ εἶναι αὐτὸ ποὺ καμαρώνεις, γιατί αὐτοὶ οἱ πρόγονοι δὲν εἶχαν πιστέψει στὸν Θεό, ἀλλ’ εἶχαν ἐξουθενωθεῖ γιὰ τὴν ἐπιθυμητὴ γῆ. «Σαράντα χρόνια», λέει ὁ Θεὸς ποὺ δὲν τὸν πίστεψαν, «βαρέθηκα τὴ γενεὰ ἐκείνη καὶ εἶπα: ΄Πάντοτε πλανῶνται μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ καρδιά τους΄».

Ἐκτὸς ἀπ’ αὐτὰ βέβαια πρόσεξε μὴν ἀνοίξεις περισσότερο τὴ θύρα σου στοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ἀπιστεῖς στὰ θαύματα ποὺ περιέχονται στὸν νόμο τοῦ Θεοῦ κι ἔτσι μαζὶ μ’ αὐτοὺς βαδίζεις γιὰ τὰ δικά μας θέματα καὶ ἐνῶ νομίζεις ὅτι συνηγορεῖς σ’ αὐτὰ ποὺ λέει ὁ νόμος, πέσεις ἔξω καὶ πάρεις σοβαρὲς ἀποφάσεις ἐναντίον τοῦ νόμου.

Οἱ Ἰουδαῖοι λοιπὸν ἂς φοροῦν κάλυμμα μπροστὰ στὰ μάτια τους κι ἂς μὴ βλέπουν τίποτε φωτεινὸ καὶ θεϊκό, «Γιατί ἔκλεισαν τὰ μάτια τους» καὶ γι’ αὐτὸ δὲν κατάλαβαν, ἀφοῦ βαδίζουν στὸ σκοτάδι. «Ἐμεῖς ὅμως, χωρὶς κάλυμμα στὸ πρόσωπο, κοιτάζουμε σὲ καθρέφτη τὴ λαμπρότητα τοῦ Κυρίου» καὶ σημαδεμένοι μὲ τὸ φῶς τους καὶ διαπλασμένοι ἀπ’ αὐτό, νὰ μὴν ἐξετάσουμε μόνο τὰ σχετικὰ μὲ τὴ γιορτὴ καὶ νὰ τὰ τιμήσουμε, ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νὰ γίνουμε γιορτὴ καὶ θεμέλιο γιορτῆς.

Πῶς θὰ γίνει αὐτό; Χθὲς ἤσουν, ἀκροατή, μία στείρα καὶ ἄκαρπη ψυχή, πού δὲν μποροῦσε νὰ γεννήσει ἕνα τέκνο, τὸ ὁποῖο θὰ ἦταν ἄξιο νὰ δεῖ τὸ φῶς τῆς ζωῆς; Σήμερα λάβε μέσα σου τὸν Δεσποτικὸ φόβο καὶ μὲ χρήσιμες νηστεῖες, μὲ δάκρυα, μὲ δοξολογίες, γέννησε γιὰ τὸν ἑαυτό σου τὰ ἀγαθὰ ὄντως σπέρματα καὶ πνεῦμα σωτηρίας καὶ θρέψε, παιδί μου, καὶ αὔξησε τὴν πίστη σου μέχρι αὐτὴ νὰ φτάσει τὴν πίστη τῆς σεβάσμιας Τριάδας.

Μὴν ἀσπάζεσαι τὴν πολυθεΐα, γιατί αὐτὸ εἶναι κάτι χυδαῖο, οὔτε ἕναν Θεὸ μὲ μία μόνον ὑπόσταση, γιατί αὐτὸ εἶναι κάτι φτωχό. Τὸ πρῶτο ἔχει σχέση μὲ τὴν εἰδωλολατρικὴ αἰσχρότητα καὶ μὲ τὴν ἐπινόηση τῆς διαδοχῆς τῆς θεότητας, τὸ δεύτερο ἔχει σχέση μὲ τὴν ἰουδαϊκὴ μικροπρέπεια, ἐπειδὴ τὰ τρία δὲν χωροῦν μαζὶ ἐξαιτίας τῆς στενότητας τῆς σκέψης τους.

Πρόσφερε τὸ ἀφιέρωμά σου στὸν Κύριο, ἀπὸ τὸν Ὁποῖο προέρχεται «κάθε καλὴ προσφορά», καὶ μὴν ἀφιερώνεις ὅ,τι καλὸ καταφέρεις νὰ κάνεις νομίζοντας ὅτι προέρχεται ἀπὸ τοὺς κόπους σου, ἀλλὰ νὰ ξέρεις πὼς αὐτὸ ὀφείλεται στὴ δύναμη καὶ στὴ Χάρη Ἐκείνου.

Ἂς σὲ φωτίζει καὶ τὸ ἄσβεστο φῶς τῆς παρθενίας ἢ τῆς σωφροσύνης κι ἔτσι θὰ γίνεις ἄξιος νὰ εἰσέλθεις ἐσὺ ἢ νὰ εἰσαγάγεις ἄλλον στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων.

Γιατί χωρὶς «ἁγιασμὸ καὶ καθαρότητα κανεὶς δὲν θὰ ἀντικρύσει τὸν Κύριο», ὅπως λέει ὁ Παῦλος. Ἔχε ἐμπιστοσύνη στὸν Κύριο. Ἔτσι βέβαια θὰ τραφεῖς μὲ τὸν μυστικὸ θεϊκὸ ἄρτο, ποὺ θὰ μεταφέρει ἄγγελος καὶ θὰ σοῦ τὸν προσφέρει, ἂν βέβαια λέμε καὶ πιστεύουμε ὅτι ὁ ἱερέας εἶναι ἄγγελος τοῦ Κυρίου.

Αὐτὰ εἶναι τὰ κέρδη ἀπὸ μία πανήγυρη ποὺ γίνεται στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι οἱ Χριστιανοὶ εὐχαριστοῦνται μὲ τὶς γιορτές.

Εἶσαι παρθένος; Πρόσεξε τὴ δόξα τῆς παρθενίας, ποὺ σὲ ὁδηγεῖ καὶ ποὺ σὲ ἀνεβάζει καὶ μὲ ποιὸν τρόπο σὲ τρέφει καὶ μὲ τί «νὰ μὴ σαλευθεῖ τὸ πόδι σου, μήτε νὰ σβήσει ἡ λαμπάδα σου», οὔτε «νὰ σὲ βρεῖ ὁ θάνατος μπαίνοντας στὸ σπίτι σου ἀπὸ τὰ παράθυρα», οὔτε νὰ βεβηλώσεις τὸ ἅγιο τῆς ἀφθαρσίας, τὸ ὁποῖο δὲν ἐπιδέχεται καμιὰ ἀνάκληση. Γιατί ποιὸς ἀποκατέστησε τὴν παρθενία του, ἔστω καὶ ἂν λιώσει τὶς σάρκες του, ἔστω καὶ ἂν διατηρήσει τὸν ἑαυτὸ του ἀπρόσιτο στοὺς ὕπουλους λογισμούς;

Ἔχεις δεθεῖ μὲ τὰ δεσμὰ τοῦ γάμου; Πρόσεξε νὰ μὴν κατηγορήσεις τὸν γάμο ὡς αἴτιο τῆς ἀπομακρύνσεώς σου ἀπὸ τὸν Θεό, νὰ μὴ προφασιστεῖς ἀνόητα πράγματα. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἦταν παντρεμένοι, ἀλλὰ δὲν ἦταν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ τὸ πιὸ παράδοξο, ὅταν ἀπέκτησαν διάδοχο καὶ προχώρησαν ἔτσι μπροστά, κράτησαν τὴν ἄποψή τους ἴδια γιὰ πάντα. Προσφέροντας τὴ θυγατέρα τους στὸν Θεό, ἔγιναν καὶ καλοῦνται θεοπάτορες σὰν ἀνταμοιβή.

Ἐπὶ πλέον πρόσεξε καὶ λειτούργησε σωστὰ μέσα στὸν γάμο, «δίνοντας στὸν αὐτοκράτορα ὅ,τι τοῦ ἀνήκει, καὶ στὸν Θεὸ ὅ,τι ἀνήκει στὸν Θεό». Ἀγάπα τὴ σύζυγό σου σὰν νὰ εἶναι ἡ σάρκα σου —«κανεὶς ποτὲ δὲν μίσησε τὸ ἴδιο του τὸ σῶμα»— καὶ μὴ ρίχνεις τὸ βλέμμα σου ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι σου. «Πίνε νερὸ ἀπὸ τὸ πηγάδι σου», γιατί εἶναι πολὺ στενὰ τὰ ξένα πηγάδια «καὶ φέρνουν θλίψη στὴ σάρκα» σύμφωνα μὲ τὸν νόμο. Ἀνάτρεφε τὰ παιδιά σου «μὲ ἀγωγὴ καὶ συμβουλές, ποὺ ἐμπνέονται ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Κύριο» καὶ νὰ φοβᾶσαι τὴν καταδίκη του ἀρχιερέα Ἠλεί.

Ἁγιάστηκες μὲ τὸν γάμο, ἀλλὰ καὶ ἁγίασες τὸν γάμο καὶ ἔγινες ἐπιτηδειότατος καὶ μεταχειρίστηκες τὶς κοσμικὲς ὑποθέσεις σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπέδειξες τὴν ἀλήθεια ποὺ λέει ἡ Γραφὴ ὅτι «ὁ Κύριος ἑνώνει τὴ γυναίκα μὲ τὸν ἄνδρα», ἕνα ταίριασμα πραγματικὰ ὡραῖο καὶ στεφανωμένο ἀπὸ τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος τὰ πάντα λογικὰ συνταιριάζει.

Ἔτσι γιορτάζουμε, ἀδελφοί, μακάρι ἔτσι νὰ γιορτάζουμε πάντοτε, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὴν πιὸ τέλεια εἴσοδο, στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, παρθένες ψυχές, καθαρὲς ἀπὸ κάθε κακὸ

—αὐτὴν θεωρῶ πραγματικὴ παρθενία μ’ αὐτὰ ποὺ γράφω—,

νὰ κρατᾶ ἡ ψυχὴ μας λαμπρὲς τὶς λαμπάδες ποὺ καῖνε τὸ ἔλαιο τῆς φιλανθρωπίας, νὰ εἰσέλθουμε ἐκεῖ «ὅπου μπῆκε πρὶν ἀπό μας καὶ γιὰ χάρη μας ὁ Χριστός», ἔχοντας γιὰ βοηθὸ μας αὐτὴν τὴν ἴδια τὴ Θεοτόκο καὶ στὶς προθέσεις μας καὶ στὶς πράξεις μας.

Αὐτὴ μᾶς ἀξίωσε νὰ δεχτοῦμε τόσες χάρες Της καὶ ἡ Ὁποία τώρα μὲ τὴ γιορτὴ της μᾶς ἁγιάζει, καὶ τότε μᾶς ἀξίωσε νὰ νιώσουμε τὸ κάλλος τῆς πανάγιας καὶ ἀϊδίας Τριάδας, τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, τοῦ μοναδικοῦ Θεοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Κυριακή Η΄ Λουκά (Λουκ. 10,25-37)

13 Νοεμβρίου, 2021

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, νομικός τίς προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ,

25. πειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;

26. ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις;

27. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν.

28. εἶπε δὲ αὐτῷ· ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ.

29. ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· καὶ τίς ἐστί μου πλησίον;

30. ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἱεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα.

31. κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν.

32. ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε.

33. Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ’ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη,

34. καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ·

35. καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι.

36. τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς;

37. ὁ δὲ εἶπεν· ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ’ αὐτοῦ. εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως.

Η΄ Κυριακή τοῦ Λουκᾶ (Ἡ Παραβολή τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη)

13 Νοεμβρίου, 2021

Audio Player00:0000:00Use Up/Down Arrow keys to increase or decrease volume.

Ἡ Παραβολή τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη

Μὲ τὴν Παραβολὴ αὐτὴ ὁ πολυέλεος Κύριος μᾶς διδάσκει νά σπλαγχνιζώμαστε τὸν πλησίον καὶ νά βοηθοῦμε ὅσο μποροῦμε τοὺς ἐνδεεῖς καὶ πτωχούς, διότι δέν ὑπάρχει σπουδαιότερη ἀρετὴ ἀπὸ αὐτή, ἐπειδὴ ὠφελοῦνται καὶ τὰ δύο μέρη. Ὁ πτωχὸς καὶ ἄπορος ὠφελεῖται σωματικῶς, λαμβάνοντας τὰ ἀναγκαῖα τῆς φύσεως, καὶ ἐκεῖνος πού τὸν ἐλεεῖ, ὠφελεῖται ψυχικῶς, πρᾶγμα πού εἶναι καλλίτερο.

Πλὴν ὅμως τὸ νόημα τῆς Παραβολῆς αὐτῆς εἶναι ὅτι ὁ Κύριος ἀναφερόταν στὸν ἑαυτὸν Του, ὅτι δηλαδὴ Ἐκεῖνος ὡς φιλάνθρωπος ἔδειξε τόση ἀπέραντη εὐσπλαγχνία καὶ ἀγαθότητα στόν πληγωμένο ἄνθρωπο. Καὶ ἀκοῦστε τὴν ἐξήγηση, ὥστε νά λάβετε πολλὴ ὠφέλεια καὶ κατάνυξη.

Ἡ ἀνθρώπινη φύση κατέβαινε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ, ἡ ὁποία ἑρμηνεύεται ὅραση εἰρήνης, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν εἰρηνικὴ διαγωγή, στήν Ἱεριχῶ, ἡ ὁποία εἶναι χαμηλὴ καὶ πνιγηρὰ ἀπὸ τὸν καύσωνα [Ἡ Ἱεριχῶ εἶναι ἀπὸ τὰ χαμηλώτερα μέρη τῆς γῆς, εὑρισκομένη 270 μέτρα κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τῆς θαλάσσης], ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατέπεσε στήν ἐμπαθῆ καὶ κτηνώδη ζωή. Καὶ δέν εἶπε κατέβη, ἀλλὰ κατέβαινε, διότι ἡ ἀνθρώπινη φύση τρέχει καὶ αὐτὴ στόν κατήφορο, ὅπως τὰ ὕδατα τῶν ποταμῶν, καὶ ἔχει στόν νοῦ της μόνο τήν λάσπη καὶ τὸν βόρβορο τῆς ἁμαρτίας.

Αὐτὴ ἔπεσε πάνω στούς ληστές δαίμονες, οἱ ὁποῖοι τῆς ἀφήρεσαν τὸ ἔνδυμα τῆς ἀρετῆς καὶ ἔπειτα τὴν πλήγωσαν μέ ἁμαρτήματα διάφορα. Διότι οἱ δαίμονες πρῶτα μᾶς ἀπογυμνώνουν ἀπὸ τοὺς καλοὺς λογισμοὺς καὶ ἀπὸ τὴν σκέπη καὶ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, καὶ μετά μᾶς πληγώνουν μέ ἁμαρτήματα καὶ μᾶς ἀφήνουν ἔρημους τῆς Θείας χάριτος. Εἶπε δὲ ὅτι οἱ δαίμονες ἄφησαν τὴν φύση τῶν ἀνθρώπων μισαποθαμένη, ἐπειδὴ τὸ σῶμα, ποὺ εἶναι τὸ ἥμισυ μέρος τοῦ ἀνθρώπου, ἔγινε θνητὸ καὶ ἀπέθανε, ἡ δὲ ψυχὴ ἔμεινε ἀθάνατος.

Νά τὸ ἐξηγήσουμε καί μέ ἄλλο τρόπο: Ἡ ἀνθρώπινη φύση δέν ἔμεινε ἐντελῶς ἀπεγνωσμένη, οὔτε ἐθανατώθη τελείως, ἀλλὰ τῆς ἔμεινεν ἡ ἐλπίδα στόν Χριστό, ὅτι δηλαδὴ Αὐτὸς θὰ τὴν θεραπεύσει, ὅπως καὶ ἔγινε. Ἐπειδὴ τὸν θάνατο πού προξένησε ὁ πρῶτος Ἀδὰμ στήν ἀνθρωπότητα, τὸν θανάτωσε ὁ ἀθάνατος Κύριος.

«Ἱερέα» καὶ «Λευίτη» ὀνομάζει τὸν Νόμο καὶ τοὺς Προφῆτες, οἱ ὁποῖοι ἤθελαν μὲν νά βοηθήσουν τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀλλὰ δέν εἴχαν τή δυνατότητα, διότι οἱ πληγὲς ἦσαν ἀνίατες γιά τὴν ἀνθρώπινη δύναμη. Ὅθεν, ἀντὶ νά βοηθήσουν, ὑπεχώρησαν. Αὐτὸ σημαίνει τὸ «ἀντιπαρῆλθε».

Ἐπ’ αὐτοῦ ὁ Ἀπόστολος λέγει: Τὸ αἷμα τῶν ταύρων καὶ τῶν τράγων στίς θυσίες δέν μποροῦσε νά συγχωρήσει ἁμαρτήματα. Τὸ δὲ «κατὰ συγκυρίαν» ἔχει τὴν ἑξῆς ἔννοιαν: Ὁ Νόμος ἐδόθη πρωτύτερα γιά τὴν ἀνθρώπινη ἀσθένεια, ἐπειδὴ οἱ ἄνθρωποι δέν μποροῦσαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νά δεχθοῦν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ.

Γι’ αὐτὸ λέγει γιά τὸν ἱερέα καὶ τὸν Λευίτη «κατὰ συγκυρίαν», δηλαδὴ, δέν ἤλθαν ἐπὶ τούτου οἱ Προφῆτες γιά νά θεραπεύσουν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὸ ἔφερε, τὸ ἀπαιτοῦσε ἡ περίσταση. Ὁ Κύριος, ὅμως, καὶ Θεὸς μας, ποὺ οἱ Ἰουδαῖοι τὸν ἔλεγαν ὑβριστικὰ «Σαμαρείτη», ἦλθε ἐπὶ τούτου, μὲ αὐτὸ τὸν σκοπό,νά μᾶς θεραπεύσει ὡς εὔσπλαγχνος. Καὶ ἀφοῦ ἐσαρκώθη μέ τρόπο ἀνέκφραστο, ἔγινε ἄνθρωπος, ὁ φιλάνθρωπος, ἀπὸ τὴν πολλὴ Του ἀγαθότητα. Καὶ δέν ἄφησε τὸ κακὸ ἀθεράπευτο, ἀλλὰ ἔδεσε καλὰ τὰ τραύματα καὶ ἔβαλε λάδι καὶ κρασί, δηλαδὴ τὸν λόγο τῆς διδασκαλίας. Μὲ τὸ «ἔλαιον» ἐννοεῖ τὴν εὐσπλαγχνία, καί με τὸν οἶνον τὸ στυπτικὸ καὶ αὐστηρὸ τῆς δικαιοσύνης.

Ὅταν ἀκούεις τὸν Κύριο νά λέγη «Δεῦτε πρός με πάντες, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς», καὶ ἄλλα ὅμοια, αὐτὰ φανερώνουν τὸ ἔλαιον, τὴν ἱλαρότητα, δηλαδὴ, καὶ τὴν εὐσπλαγχνία. Καὶ ὅταν πάλι λέγει: «Πορεύεσθε εἰς τὸ σκότος» καὶ τὰ τοιαῦτα, φανερώνει τὸν οἶνο, δηλαδὴ τὴν αὐστηρότητα τῆς Κρίσεως. Ἀκόμη, καί μέ ἄλλο τρόπο, «ἔλαιον» νοεῖται ἡ ἀνθρώπινη διαγωγή, καὶ «οἶνος» ἡ θεϊκή.

Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος, λοιπὸν, ἐνεργεῖ ἄλλοτε ὡς Θεὸς καὶ ἄλλοτε ὡς ἄνθρωπος. Καὶ ὅταν μὲν ἔτρωγε, ἔπιν, ἐκοιμᾶτο καὶ ἄλλα ὅμοια ἔπραττε, ἐγνωρίζετο ὡς ἄνθρωπος. Τοῦτο εἶναι τὸ «ἔλαιον», ἐπειδὴ δέν μετεχειρίζετο ζωὴ σκληρή καὶ ἐπίπονη. Ὅταν δὲ πάλιν νήστευε πολλὲς ἡμέρες, περιπατοῦσε στήν θάλασσα ἢ ἄλλα ὅμοια ἔκαμε, ἐγνωρίζετο Θεὸς παντοδύναμος. «Οἶνον» λοιπὸν νά ἐννοήσεις τὴν θεότητα, τὴν ὁποία δέν μποροῦσε κανεὶς νά τὴν ὑποφέρει ἄκρατη, χωρὶς τὸ ἔλαιον τῆς ἀνθρώπινής Του φύσης.

Ἐπειδὴ, λοιπὸν, ὁ Κύριος μᾶς ἔσωσε ὡς Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, γι’ αὐτὸ λέγει ὅτι μᾶς ἔβαλεν οἶνον καὶ ἔλαιον, μὲ τὰ ὁποῖα λυτρώνονται ὅσοι βαπτίζονται καὶ θεραπεύονται ἀπὸ τὰ ψυχικὰ τραύματα. Καὶ πρῶτα μὲν χρίονται μέ τὸ ἔλαιον τοῦ Μύρου, ἔπειτα μεταλαμβάνουν καὶ τὸ Θεῖον Αἷμα, τὸν οἶνον δηλαδή.

Καὶ ἀνέβασε ὁ Κύριος τὴν πληγωμένη μας φύση «εἰς τὸ ἴδιον ὑποζύγιον», τὴν σήκωσε δηλαδὴ ἐπάνω Του ὁ φιλεύσπλαχνος, ἐπειδὴ μᾶς ἔκαμε μέλη Του καὶ κοινωνοὺς τοῦ Ἰδικοῦ Του σώματος καὶ μᾶς ἀνύψωσε στήν προτέρα ἀξία. «Πανδοχεῖον» ὀνόμασε τὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία τοὺς δέχεται ὅλους.

Διότι ὁ παλαιὸς Νόμος τοὺς Μωαβίτες καὶ τοὺς Ἀμμωνίτες δέν τοὺς ἐδέχετο. Ἀλλὰ τώρα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέχεται κάθε ἔθνος, καὶ πόρνους καὶ τοὺς πάντες, ὅπως ἔχει γραφεῖ στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων.

Ἐπειδὴ ὅταν συνεστήθη ἡ Ἐκκλησία, ἔγινε δηλαδὴ τὸ «Πανδοχεῖο» ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη, ἡ πίστη ξαπλώθηκε. Τότε ἔγινε καὶ ἡ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἡ Χάρη ἐπληθύνετο. Λοιπὸν, ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι καὶ Διδάσκαλοι καὶ Ἀρχιερεῖς, λογίζονται ὡς πανδοχεῖς, εἰς τοὺς ὁποίους ὁ Κύριος ἔδωσε τὰ δύο δηνάρια, δηλαδὴ, τὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινή Διαθήκη, ποὺ ἔχουν καὶ οἱ δύο τὴν εἰκόνα καὶ τὰ λόγια τοῦ Βασιλέως. Αὐτὰ τὰ δύο δηνάρια ἄφησε ὁ Κύριος ὅταν ἀνέβαινε στούς Οὐρανούς, καὶ τὰ παρέδωσε στούς Ἀποστόλους Του καὶ σ’ ὅλους τοὺς Ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς καὶ διδασκάλους, λέγοντας «ὁ ἐὰν προσδαπανήσεις ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοί».

Καὶ ἀληθῶς πολλὰ ξώδευσαν οἱ μακάριοι Ἀπόστολοι, καὶ πολὺ ἐκοπίασαν γιά νά σπείρουν τὴν Διδασκαλία σὲ κάθε τόπο. Ἀλλὰ καὶ οἱ κατὰ καιροὺς Διδάσκαλοι πολλὰ δαπάνησαν καὶ αὐτοὶ καὶ κοπίασαν. Καὶ τὸν μισθὸν ὅμως μέλλει νά τὸν ἀπολαύσουν πλούσιο ὅταν ἐπιστρέψει πάλι ὁ Κύριος, δηλαδὴ στήν Δευτέρα Αὐτοῦ Παρουσία καὶ ἐπάνοδο.

Τότε θὰ τοῦ εἰπεῖ κάθε ἕνας ἀπὸ αὐτούς: «Κύριε, δύο δηνάριά μοι ἔδωκας, ἰδοὺ ἄλλα δύο προσεδαπάνησα», καὶ ὁ Κύριος θὰ τοὺς εἰπεῖ: «Εὖ, δοῦλοι ἀγαθοὶ καὶ πιστοί, εἰσέλθετε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σας».

Ἀκουστε τὴν Παραβολή μέ συντομία σαφέστερα καὶ καθαρώτερα. Ὁ «Σαμαρείτης» εἶναι ὁ Χριστός πού ἐσαρκώθη ἀπὸ τὴν ὑπερευλογημένη ἀειπάρθενο Μαρία, τὴν ὑπερένδοξον Μητέρα Του, τὸ «ἴδιον κτῆνος», τὸ ζῶον Του, εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. «Οἶνος», ὁ διδασκαλικὸς λόγος, «ἔλαιον» ἡ φιλανθρωπία.

Τὸ «πανδοχεῖο» εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ὁ πανδοχεὺς οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ Διδάσκαλοι. «Δύο δηνάρια», ἡ Παλαιὰ καὶ ἡ Καινή Διαθήκη καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν πλησίον. Καὶ ἐπάνοδος τοῦ Σαμαρείτου, ἡ Δευτέρα τοῦ Χριστοῦ Παρουσία καὶ ἔλευση.

Ἀφοῦ ἐτελείωσε ὁ Κύριος αὐτὴ τὴν θαυμάσια παραβολή, ρώτησε τὸν Νομικό: «Ποῖος ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς σοῦ φαίνεται ὅτι ἔγινε ‘Πλησίον’ ἐκείνου πού ἔπεσε πάνω στούς ληστές; Καὶ αὐτὸς τοῦ εἶπε: Ἐκεῖνος πού τοῦ ἔδειξε εὐσπλαγχνία. Τότε τοῦ εἶπε ὁ Κύριος: Πήγαινε καὶ κάνε καὶ σὺ τὸ ἴδιο».

Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Κύριος μᾶς διδάσκει νά γινώμαστε μιμητές Του στήν εὐσπλαγχνία καὶ τὴν συμπάθεια,νά ἐλεοῦμε τοὺς ἐνδεεῖς καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ νά τοὺς βοηθοῦμε ὅσο μποροῦμε, εἴτε καλοί εἶναι εἴτε πονηροί. Ἐπειδὴ, ὅπως ἔκαμεν Ἐκεῖνος, ὁ πανοικτίρμων καὶ πολυέλεος πρὸς ἐμᾶς τοὺς ἀχάριστους καὶ ἐσταυρώθη καὶ ἔπαθε γιά τὴν ἀγάπη μας, ἔτσι θέλει νά συμπάσχουμε καὶ ἐμεῖς μέ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ νά τοὺς βοηθοῦμε χωρὶς προφάσεις. Καὶ πρέπει νά ὑπακούωμε σ’ Αὐτὸν ὡς τέκνα γνήσια, ἐὰν ποθοῦμε νά γίνουμε καὶ κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του.

Ὅταν, λοιπὸν, ἰδοῦμε τὸν ἀδελφὸ καὶ πλησίον μας νά θλίβεται ἀπὸ τὴν πεῖνα καὶ δίψα, καὶ νά βασανίζεται ἀπό τίς συμφορὲς καί τίς δυστυχίες καί νά εἶναι πληγωμένος καὶ πονεμένος ἀπό τίς ἀδικίες, νά μὴν τὸν παραβλέψουμε ὅπως ὁ ἱερεὺς καὶ τὸν ἀφήσουμε ἀβοήθητο, οὔτε νά ἀλλάξουμε δρόμο ὅπως ὁ Λευίτης, ἀλλὰ ἂς δείξουμε πρὸς αὐτὸν συμπάθεια καὶ καλωσύνη. Ἂς τὸν κοιτάζουμε μέ βλέμμα εὔσπλαγχνο, ἂς ἀνοίξουμε τὰ ὦτα στούς στεναγμοὺς καὶ τὰ δάκρυά του, ἂς κατεβοῦμε ἀπὸ τὸ ὑποζύγιο τῆς ὑπερηφανείας, τῆς ἀλογίας καὶ τῆς ματαιότητος. Ἂς σταλάξουμε ἔλαιο φιλανθρωπίας καὶ ἂς δέσουμε τίς πληγὲς του μέ λόγους παρηγορίας.

Ἄς τὸν ἀνεβάσουμε στό καλὸ ὑποζύγιο, νά τὸν φέρουμε στόν οἶκο μας, νά παρηγορήσουμε , κατὰ τὴν δύναμη μας, τὴν συμφορὰν του, σύμφωνα μέ τὸ παράδειγμα πού μᾶς ἔδωσε ὁ Κύριος. Καὶ ἂν δέν ἔχουμε τὰ ἀπαραίτητα πρὸς ἐξυπηρέτηση καὶ παρηγορίαν του, μὴ μᾶς φανεῖ δύσκολο καὶ βαρυνθοῦμε τὸν κόπο, ἀλλὰ ἂς τὸν πᾶμε στό πανδοχεῖο, νά παρακινήσωμε ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔχουν δύναμη νά τὸν βοηθήσουν.

Ἀκόμη ἂς παρακαλέσουμε τὸν Θεό, ἐὰν εἶναι θέλημά Του,νά τοῦ ἐλαφρώσει καὶ νά τοῦ σμικρύνει τὴν παίδευση. Καὶ ἀκόμη ἂς φροντίζουμε καὶ γιά τὴν σωτηρία τῶν ἀδελφῶν καὶ πλησίον μας, διότι ὅπως εἴμεθα χρεῶστες νά τοὺς βοηθοῦμε στά σωματικά, ἔτσι πρέπει νά τοὺς νουθετοῦμε καὶ στά πνευματικὰ καὶ νά τοὺς διδάσκουμε τὰ ψυχωφελῆ καὶ σωτήρια,νά τοὺς παρακινοῦμε πρὸς βίο ἐνάρετο.

Ἔτσι γινόμαστε πρόξενοι τῆς σωτηρίας τους, καθὼς μᾶς διδάσκει καὶ ὁ Ἀπόστολος, λέγοντας: «Ἄς ἔχουμε φιλαδελφία ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλο, νά ἀγαποῦμε τὸν πλησίον, καθὼς ὁ Θεὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς καὶ ἔδωκε τὸν Υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ λύτρον ὑπὲρ ἡμῶν».

Ἂς γίνουμε, λοιπὸν, καὶ ἐμεῖς συμπαθεῖς καὶ ἀγαθοὶ πρὸς τοὺς πλησίον καὶ ὄχι ἀμελεῖς καὶ ἄσπλαγχνοι. Καὶ ἄλλοτε ἂς τοὺς βοηθοῦμε στίς ἀνάγκες τοῦ σώματος, ἄλλοτε ἂς τοὺς διορθώνουμε καὶ ἂς τοὺς ὁδηγοῦμε στήν ὀδὸ τῆς σωτηρίας, ὥστε ἔτσι νά ἔχουμε περισσότερο μισθό…

Ἁγίου Γερμανοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος

12 Νοεμβρίου, 2021

Audio Player00:0000:00Use Up/Down Arrow keys to increase or decrease volume.

 

Προσευχή 

Κύριε, μή στερήσης με τῶν ἐπουρανίων σου καί αἰωνίων ἀγαθῶν.

Κύριε, λύτρωσαί με τῶν αἰωνίων κολάσεων.

Κύριε, εἴτε λόγω εἴτε ἔργω εἴτε κατά νοῦν καί διάνοιαν ἥμαρτον, συγχώρησόν μοι.

Κύριε, λύτρωσαί με ἀπό πάσης ἀνάγκης καί ἀγνοίας καί λήθης καί ραθυμίας καί τῆς λιθώδους ἀναισθησίας.

Κύριε, λύτρωσαί με ἀπό παντός πειρασμοῦ καί ἐγκαταλείψεως.

Κύριε, φώτισον τήν καρδίαν μου, ἥν ἐσκότισεν ἡ πονηρά ἐπιθυμία.

Κύριε, ἐγώ μέν ὡς ἄνθρωπος ἁμαρτάνω , σύ δέ ὡς Θεός ἐλέησόν με

Κύριε, ἴδε τήν ἀσθενεία τῆς ψυχῆς μου καί πέμψον τήν χάριν σου εἰς βοήθειάν μου, ἵνα ἐν ἐμοί δοξασθῆ τό ὄνομά σου τό ἅγιον.

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἔγγραψον τό ὄνομα τοῦ δούλου σου ἐν βίβλω ζωῆς, χαριζόμενός μοι καί τέλος ἀγαθόν.

Κύριε ὁ Θεός μου, οὐκ ἐποίησα οὐδέν ἀγαθόν ἀλλ’ ἀρξαίμην ποτέ τῇ εὐσπλαγχία σου.

Κύριε, βρέξον εἰς τήν καρδίαν μου τήν δρόσον τῆς χάριτός σου.

Κύριε ὁ Θεός τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, μνήσθητί μου τοῦ ἁμαρτωλοῦ, τοῦ αἰσχροῦ, τοῦ πονηροῦ καί βεβήλου κατά τό μέγα ἔλεός σου, ὅταν ἔλθης ἐν τῇ βασιλεία σου.

Κύριε, ἐν μετανοία με παράλαβε καί μή ἐγκαταλίπης με.

Κύριε, μή εἰσενέγκης με εἰς πειρασμόν.

Κύριε, δός μοι ἔννοιαν ἀγαθήν.

Κύριε, δός μοι δάκρυον καί μνήμην θανάτου καί κατάνυξιν.

Κύριε, δός μοι τῶν λογισμῶν μου ἐξαγόρευσιν.

Κύριε, δός μοι ταπείνωσιν, ἐκκοπήν θελήματος καί ὑπακοήν.

Κύριε, δός μοι ὑπομονήν, μακροθυμίαν καί πραότητα.

Κύριε, ἐμφύτευσον ἐν ἐμοί τήν ρίζαν τῶν ἀγαθῶν, τόν φόβον σου.

Κύριε, ἀξίωσόν με ἀγαπᾶν σε ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς μου καί τῆς διανοίας μου καί τῆς καρδίας, καί τηρεῖν ἐν πᾶσι τό θέλημά σου.

Κύριε, σκέπασόν με ἀπό τε ἀνθρώπων πονηρῶν καί δαιμόνων καί παθῶν καί ἀπό παντός μή προσήκοντος πράγματος

Κύριε, ὡς κελεύεις, Κύριε, ὡς γινώσκεις, Κύριε, ὡς βούλει γενηθήτω τό θέλημά σου ἐν ἐμοί

Κύριε, τό σόν θέλημα γενέσθω καί μή τό ἐμόν, πρεσβείαις καί ἱκεσίαις τῆς Παναγίας Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων σου ὅτι εὐλογητός εἶ εἰς τούς αἰώνας. Ἀμήν.

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος

Μὲ λιμάνια μέσα στὸ πέλαγος μοιάζουν οἱ ναοί, ποὺ ὁ Θεὸς ἐγκατέστησε στὶς πόλεις· πνευματικὰ λιμάνια, ὅπου βρίσκουμε ἀπερίγραπτη ψυχικὴ ἠρεμία ὅσοι σ᾿ αὐτὰ καταφεύγουμε, ζαλισμένοι ἀπὸ τὴν κοσμικὴ τύρβη. Κι ὅπως ἀκριβῶς ἕνα ἀπάνεμο κι ἀκύμαντο λιμάνι προσφέρει ἀσφάλεια στὰ ἀραγμένα πλοῖα, ἔτσι καὶ ὁ ναὸς σῴζει ἀπὸ τὴν τρικυμία τῶν βιοτικῶν μεριμνῶν ὅσους σ᾿ αὐτὸν προστρέχουν καὶ ἀξιώνει τοὺς πιστοὺς νὰ στέκονται μὲ ἀσφάλεια καὶ ν᾿ ἀκοῦνε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ μὲ γαλήνη πολλή.

Ὁ ναὸς εἶναι θεμέλιο τῆς ἀρετῆς καὶ σχολεῖο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Πάτησε στὰ πρόθυρά του μόνο, ὁποιαδήποτε ὥρα, κι ἀμέσως θὰ ξεχάσεις τὶς καθημερινὲς φροντίδες. Πέρασε μέσα, καὶ μία αὔρα πνευματικὴ θὰ περικυκλώσει τὴν ψυχή σου. Αὐτὴ ἡ ἡσυχία προξενεῖ δέος καὶ διδάσκει τὴ χριστιανικὴ ζωὴ· ἀνορθώνει τὸ φρόνημα καὶ δὲν σὲ ἀφήνει νὰ θυμᾶσαι τὰ παρόντα· σὲ μεταφέρει ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό.

Κι ἂν τόσο μεγάλο εἶναι τὸ κέρδος ὅταν δὲν γίνεται λατρευτικὴ σύναξη, σκέψου, ὅταν τελεῖται ἡ Λειτουργία καὶ οἱ προφῆτες διδάσκουν, οἱ ἀπόστολοι κηρύσσουν τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ Χριστὸς βρίσκεται ἀνάμεσα στοὺς πιστούς, ὁ Θεὸς Πατέρας δέχεται τὴν τελούμενη θυσία, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χορηγεῖ τὴ δική Του ἀγαλλίαση, τότε λοιπόν, μὲ πόση ὠφέλεια πλημμυρισμένοι δὲν φεύγουν ἀπὸ τὸ ναὸ οἱ ἐκκλησιαζόμενοι;

Στὴν ἐκκλησία συντηρεῖται ἡ χαρὰ ὅσων χαίρονται· στὴν ἐκκλησία βρίσκεται ἡ εὐθυμία τῶν πικραμένων, ἡ εὐφροσύνη τῶν λυπημένων, ἡ ἀναψυχὴ τῶν βασανισμένων, ἡ ἀνάπαυση τῶν κουρασμένων. Γιατί ὁ Χριστὸς λέει: «Ἐλᾶτε σ᾿ ἐμένα ὅλοι ὅσοι εἶστε κουρασμένοι καὶ φορτωμένοι μὲ προβλήματα, κι ἐγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω» (Ματθ. 11:28).

Τί πιὸ ποθητὸ ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ φωνή; Τί πιὸ γλυκὸ ἀπὸ τούτη τὴν πρόσκληση; Σὲ συμπόσιο σὲ καλεῖ ὁ Κύριος, ὅταν σὲ προσκαλεῖ στὴν ἐκκλησία· σὲ ἀνάπαυση ἀπὸ τοὺς κόπους σὲ παρακινεὶ· σὲ ἀνακούφιση ἀπὸ τὶς ὀδύνες σὲ μεταφέρει. Γιατὶ σὲ ξαλαφρώνει ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτημάτων. Μὲ τὴν πνευματικὴ ἀπόλαυση θεραπεύει τὴ στενοχώρια καὶ μὲ τὴ χαρὰ τὴ λύπη.

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος

Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως

9 Νοεμβρίου, 2021

Audio Player00:0000:00Use Up/Down Arrow keys to increase or decrease volume.

   Συστάσεις για την πνευματική ζωή Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως

Σᾶς συνιστῶ νά ἔχετε σὲ ὅλα διάκριση καὶ φρόνηση. Νά ἀποφεύγετε τὰ ἄκρα. Οἱ αὐστηρότητες συμβαδίζουν μέ τὰ μέτρα τῆς ἀρετῆς. Αὐτός πού δέν ἔχει μεγάλες ἀρετὲς καὶ συναγωνίζεται μέ τοὺς τελείους, θέλοντας νά ζεῖ μὲ αὐστηρότητα, ὅπως οἱ ἅγιοι ἀσκητές, αὐτὸς κινδυνεύει νά ὑπερηφανευθεῖ καὶ νά πέσει. Γι’ αὐτὸ νά πορεύεσθε μέ διάκριση καὶ νά μὴν ἐξαντλεῖτε τὸ σῶμα μέ ὑπέρμετρους κόπους. Νά θυμᾶστε πώς ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος ἁπλῶς βοηθάει τὴν ψυχὴ νά φτάσει στήν τελειότητα· ἡ τελειότητα κατορθώνεται κυρίως μέ τὸν ἀγώνα τῆς ψυχῆς.

Μὴν τεντώνετε περισσότερο ἀπὸ τὸ μέτρο τή χορδή. Νά ξερετε ὅτι ὁ Θεὸς δέν ἐκβιάζεται στίς δωρεὲς Του. Δίνει, ὅταν Αὐτὸς θέλει. Ὅ,τι παίρνουμε, τὸ παίρνουμε δωρεὰν ἀπὸ τὸ θεῖο ἔλεος.

Μὴ ζητᾶτε νά φτάσετε ψηλά μέ μεγάλες ἀσκήσεις χωρὶς νά ἔχετε ἀρετές, γιατὶ κινδυνεύετε νά πέσετε σὲ πλάνη γιά τὴν ἔπαρση καὶ τὴν τόλμη σας. Ὅποιος ἐπιζητεῖ θεῖα χαρίσματα καὶ ὑψηλὲς θεωρίες, ἐνῶ εἶναι ἀκόμα φορτωμένος μέ πάθη, αὐτός, σὰν ἀνόητος καὶ ὑπερήφανος, πλανιέται. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὀφείλει ν’ ἀγωνιστεῖ γιά τὴν κάθαρσή του. Ἡ θεία χάρη στέλνει τὰ χαρίσματα σὰν ἀμοιβὴ σ’ ὅσους ἔχουν καθαριστεῖ ἀπὸ τὰ πάθη. Τοὺς ἐπισκέπτεται χωρὶς θόρυβο καὶ σὲ ὥρα πού δέν γνωρίζουν.

***

Οἱ πειρασμοὶ παραχωροῦνται γιά νά φανερωθοῦν τὰ κρυμμένα πάθη, νά καταπολεμηθοῦν κι ἔτσι νά θεραπευθεῖ ἡ ψυχή. Εἶναι καὶ αὐτοὶ δεῖγμα τοῦ θείου ἐλέους. Γι’ αὐτὸ ἄφησε μ’ ἐμπιστοσύνη τὸν ἑαυτὸ σου στά χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ ζήτησε τή βοήθειά Του, ὥστε νά σὲ δυναμώσει στόν ἀγώνα σου.

Ἡ ἐλπίδα στόν Θεὸ δέν ὁδηγεῖ ποτέ στήν ἀπελπισία. Οἱ πειρασμοὶ φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ὁ Θεὸς ξέρει τὴν ἀντοχὴ τοῦ καθενὸς μας καὶ παραχωρεῖ τοὺς πειρασμοὺς κατὰ τὸ μέτρο τῶν δυνάμεών μας. Νά φροντίζουμε ὅμως κι ἐμεῖς νά εἴμαστε ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί, γιά νά μὴ βάλουμε μόνοι μας τὸν ἑαυτὸ μας σὲ πειρασμό.

Ἐμπιστευθεῖτε στόν Θεὸ τὸν Ἀγαθό, τὸν Ἰσχυρό, τὸν Ζῶντα, καὶ Αὐτὸς θὰ σᾶς ὁδηγήσει στήν ἀνάπαυση. Μετά τίς δοκιμασίες ἀκολουθεῖ ἡ πνευματικὴ χαρά. Ὁ Κύριος παρακολουθεῖ ὅσους ὑπομένουν τίς δοκιμασίες καί τίς θλίψεις γιά τή δική Του ἀγάπη. Μὴ λιποψυχεῖτε λοιπὸν καὶ μὴ δειλιάζετε.

Δέν θέλω νά θλίβεστε καὶ νά συγχύζεστε γιά ὅσα συμβαίνουν καί εἶναι ἀντίθετα στή θέλησή σας, ὅσο δίκαιη καὶ ἂν εἶναι αὐτή. Μιά τέτοια θλίψη μαρτυρεῖ τὴν ὕπαρξη ἐγωισμοῦ. Προσέχετε τὸν ἐγωισμό πού κρύβεται κάτω ἀπὸ τή μορφή τοῦ δικαιώματος. Προσέχετε καὶ τὴν ἄκαιρη λύπη πού δημιουργεῖται μετὰ ἀπὸ ἕνα δίκαιο ἔλεγχο.

Ἡ ὑπερβολικὴ θλίψη γιά ὅλα αὐτὰ εἶναι τοῦ Πειρασμοῦ. Μία εἶναι ἡ ἀληθινὴ θλίψη. Αὐτή πού δημιουργεῖται, ὅταν γνωρίσουμε καλὰ τὴν ἄθλια κατάσταση τῆς ψυχῆς μας. Ὅλες οἱ ἄλλες θλίψεις δέν ἔχουν καμιὰ σχέση μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ.

Φροντίζετε νά περιφρουρεῖτε στήν καρδιά σας τή χαρά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νά μὴν ἐπιτρέπετε στόν Πονηρὸ νά χύνει τὸ φαρμάκι του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ὁ παράδεισος πού ὑπάρχει μέσα σας μετατραπεῖ σὲ κόλαση.

***

πνευματικὴ σᾶς ἐργασία να εἶναι ἡ ἐξετάσῃ τῆς καρδίας σᾶς. Μήπως φωλιάζει σ’ αὐτὴν σὰν φαρμακερὸ φίδι ἡ ὑπερηφάνεια, τὸ πάθος που γεννάει πολλὰ κακά, ποὺ ἀπονεκρώνει κάθε ἀρετή, ποὺ δηλητηριάζει τὰ πάντα. Σ’ αὐτὴ τὴν ἑωσφορικὴ κακία πρέπει να στραφεῖ ὅλη σᾶς ἡ φροντίδα. Μέρα καὶ νύχτα να σᾶς γίνει ἔργο ἀδιάλειπτο ἡ ἔρευνα τῆς.

Θὰ εἶναι ἀλήθεια, νομίζω, ἄν πω ὅτι ὅλη ἡ πνευματικὴ μας φροντίδα συνίσταται στήν ἀναζητήσῃ καὶ ἐξόντωση τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῶν παιδιῶν τῆς. Ἂν ἁπαλλαγοῦμε ἀπ’ αὐτὴν καὶ θρονιάσουμε στήν καρδία μας τὴν ταπεινοφροσύνη, τότε ἔχουμε τὸ πᾶν. Γιατὶ ὅπου βρίσκεται ἡ ἀληθινὴ κατὰ Χριστὸν ταπείνωση, ἐκεῖ βρίσκονται μαζεμένες καὶ ὄλες οἱ ἄλλες ἀρετές που μας ὑψώνουν ὡς τὸ Θεό.