1)
Σκόπιμα προσπαθώ
η λευκή σελίδα
να γεμίσει σιωπή.
2)
Μισάνοιχτη πόρτα.
Στη γαλήνη του βάθους
μουσικές νερού.
3)
Άχ, γή εσώτερη-
στον ουρανό της ψυχής
χνάρια πουλιών.
1)
Σκόπιμα προσπαθώ
η λευκή σελίδα
να γεμίσει σιωπή.
2)
Μισάνοιχτη πόρτα.
Στη γαλήνη του βάθους
μουσικές νερού.
3)
Άχ, γή εσώτερη-
στον ουρανό της ψυχής
χνάρια πουλιών.
1)
Δώσε φτερά στη χαρά
όταν ο χρόνος τελειώσει
κάλεσε το νέο !
2)
Αργυρή ομίχλη-
λεπτή συμύδα λούζει
ώς και τη σκιά της.
3)
Ανάσα του ρόδου
θρηνεί γλύκα γεμάτη
χρωματίζει το βράδυ.
1)
Στις γραμμές του φύλλου
ταλαντεύεται η δροσιά
στάλα σε δυό δρόμους.
2)
Ξημερώνει
λεπτές ρυτίδες στο νερό
τί ονειρεύονται τα ψάρια;
3)
Πεπόνι στα δύο
όλες τις έγνοιες της στιγμής
τις παίρνει η γεύση.
1)
Mικρά σύννεφα παίζουν
βόλους στον γαλάζιο ουρανό
του καλοκαιριού.
2)
Ω ! πόσο λάμπος
στη σκοτεινιά του κόσμου
τα μάτια του παιδιού.
3)
Η πεταλούδα
το αδέλφι της φιλεί
το λουλουδάκι.
1)
Μέσ’ απο τις πέτρες
καθαρή πεντακάθαρη
αναβλύζ’ η πηγή.
2)
Ένα λεπτό φύλλο
ξεκολλάει και αγγίζει
το λιθόστρωτο.
3)
Στη σκιά του γλυπτού
ένα παιδί, και στη δική του
ένα ήσυχο πουλάκι.
1
Παμπάλαιο σπιτάκι-
φωτίζουν το μέσα του
φεγγαροαχτίδες.
2)
Α , κρίνα του αγρού…
Φωτίζουνε τις σκοτεινές νύχτες.
-Θαύμα η άλως !
3)
Σειέται θλιμένος !
Μοναχικός φοίνικας
θρηνεί στον άνεμο.
1)
Παλιά η στέρνα
(και τι μ’ αυτο ?) στο νερό της
λάμπ’ η σελήνη.
2)
Ζωγράφιζα μια ήρεμη θάλασσα
κι έξω η ταραγμένη θάλασσα
να χτυπάει την πόρτα.
3)
Φωτεινή πηγή
στον καθρέφτη του νερού
βαθύς ο ίσκιος.
1)
Η θάλασσα σβήνει
τ’ αχνάρι του ποδιού σου
πάνω στην άμμο.
2)
Ανεβαίνει στο φώς
κολλημένος στον τοίχο
πεισματάρης κισσός.
3)
Υγρός καθρέφτης-
στου νερόλακου τη σιγή
διπλός ουρανός.
1)
Μοναχικό δάκρυ
πολύ δυνατότερο
απο ένα κλάμα.
2)
Από τα πεύκα
μιλάει βαθιά η φωνή
των προγόνων.
3)
Πέταξε το πουλί.
Διαρκεί το ρίγος ευτυχισμένο
κατεβαίνοντας στις ρίζες…
Οι εν πάσι τη γή μαρτυρίσαντες,
και εν τοίς ουρανοίς μετοικήσαντες,
οι τα πάθη του Χριστού μιμισάμενοι,
και τα πάθη ημών αφαιρούμενοι,
εντάυθα σήμερον αθροίζονται,
πρωτοτόκων δεικνύοντες Εκκλησίαν,
ως της άνω τον τύπον έπέχουσαν,
και Χριστώ εκβοώσαν’
Θεός μου εί’
Σύ με δια της Θεοτόκου συντήρισον ,
πολυέλεε.
(Κοντάκιον της εορτής, απο το Πεντηκοστάριο.)